ΜΕΡΟΣ Β
ΙΙΙ.Εκκλησιολογία
32) Εθίξαμεν το πρώτον σκέλος της εν λόγω συμφωνίας που είναι η προπαγανδιστική ερμηνεία των Φραγκο-Λατίνων δια τα γεγονότα του σχίσματος που την διέπει και την οποίαν αφελώς δέχθηκαν οι Ορθόδοξοι. Το δεύτερον σκέλος στο οποίον βασίζεται η εν λόγω συμφωνία είναι η παρερμηνεία της προσευχής του Κυρίου στο κεφ. 17 του Ευαγγελίου του Ιωάννου. Το δε τρίτον σκέλος της είναι η άλλη όψις του ιδίου μυστηρίου της Πεντηκοστής που είναι η πλήρης απουσία των Βιβλικών και Πατερικών θεμελίων των μυστηρίων του Σώματος του Χριστού.
33) Ούτε από τον 7ον αιώνα, όταν έδιωξαν τους Ρωμαίους προκατόχους τους, μέχρι το 1054, και ούτε μετά, δεν είχαν ποτέ οι Φραγκο-Λατίνοι επίσκοποι και πάπες την παραμικράν γνώσιν ή το ενδιαφέρον, δια την θεραπείαν της ανθρωπίνης προσωπικότητος μέσω της καθάρσεως και του φωτισμού της καρδίας και του δοξασμού (θεώσεως). Η θεραπεία αυτή είναι το θεμέλιον της Εκκλησίας ως του Σώματος του Χριστού. Αντιθέτως το Βατικανό διατηρεί ακόμη την γνωστήν του μαγικήν αντίληψιν περί της αποστολικής διαδοχής και παραδόσεως την οποίαν πολλοί Ορθόδοξοι επίσης αποδέχονται από την εποχήν των λεγομένων μεταρυθμίσεων του Πέτρου του Μεγάλου. Δια τον λόγον αυτόν δεν βλέπουν πλέον μεγάλην διαφοράν μεταξύ του Βατικανού και της ιδικής τους μορφής Ορθοδοξίας, κυρίως όσον αφορά εις τα μυστήρια.
34) Η εν λόγω συμφωνία βασίζεται κυρίως εις παρερμηνείαν της προσευχής του Κυρίου στο Ιωάννου 17. Το Βατικανό και οι Διαμαρτυρόμενοι, μαζί με ορισμένους Ορθοδόξους, φαντάζονται ότι ο Χριστός προσεύχεται εδώ δια κάποιαν ένωσιν διηρημένων Εκκλησιών. Αντιθέτως ο ενσαρκωθείς Κύριος της Δόξης προσεύχεται εδώ ίνα οι μαθηταί Του και οι μαθηταί αυτών «ώσιν έν» εν τη θεωρία της Δόξης Του (τήν οποίαν έχει κατά φύσιν από τον Πατέρα Του) αφού θα γίνουν από την ημέραν της Πεντηκοστής μέλη του Σώματός Του. Η Εκκλησία των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης συναναστήθηκε ψυχικώς μετά του Χριστού κατά την μετά της ψυχής Του Κάθοδον στον Άδη και ταυτίσθηκε με το Σώμα του Χριστού την ημέραν της Πεντηκοστής όταν έγιναν μέλη Του και οι απόστολοι, προφήτες και πιστοί. Οι προφήται της Παλαιάς Διαθήκης δοξασθέντες είδαν την άκτιστον δόξαν του Λόγου. Κατά τον ίδιον τρόπον ο βαπτιστής Ιωάννης και οι απόστολοι είδαν και αυτοί την δόξαν του ενσαρκωθέντος Λόγου, αλλά εν σαρκί, από καιρού εις καιρόν μέχρι την Ανάληψιν, αλλά όχι ακόμη ως μέλη του Σώματος του Χριστού. Έγιναν μέλη του Σώματος του Χριστού την ημέραν της Πεντηκοστής.
35) Έτσι η Πεντηκοστή είναι η τελική μορφή του δοξασμού των πιστών και συνιστά τον πυρήνα της ιστορίας του Σώματος του Χριστού, της οποίας τα μέλη είναι οι βαδίζοντες την στενήν οδόν μέσω της τεθλιμένης πύλης της καθάρσεως και του φωτισμού της καρδίας ίνα φθάσουν εις τον δοξασμόν. Τα υποψήφια μέλη είναι οι εισέτι μη βαπτισθέντες ή οι βαπτισθέντες αλλά ασθενείς, άρρωστοι και πνευματικώς νεκροί (Α΄ Κορ. 11:28-30). Η προσευχή του Ενσάρκου Μεγάλης Βουλής Αγγέλου εις το Ιωάννου 17 είναι δια την εκπλήρωσιν των προφητειών, διδασκαλιών και επαγγελιών Του στην Παλαιάν και την Καινήν Διαθήκην, ειδικά αυτών που αναφέρονται στο Ιωάννου 16:13 δια την υπό του Αγίου Πνεύματος καθοδήγησιν «εις πάσαν την Αλήθειαν,» δηλαδή εις τον Χριστόν σύν τη Εκκλησία Του μεταβαλλομένη στο Σώμα Του από την ημέραν της Πεντηκοστής. Μέχρι την γενικήν ανάστασιν αυτός ο δοξασμός είναι εκείνος που επαναλαμβάνεται ιστορικώς εις την ζωήν καθενός των αγίων και στον οποίον δεν ημπορεί να προστεθή τίποτε και ούτε να γίνη βαθύτερα κατανοητός. Η εμπειρία αυτή της θεώσεως υπερβαίνει πάντα τα ρήματα και τα νοήματα ανθρώπων και αγγέλων και ακόμη και αυτών που είναι μέσα στην Αγίαν Γραφήν.
36) Δια τούτο ακριβώς είναι αιρετικόν το Βατικανό που ισχυρίζεται ότι με την πάροδον του χρόνου αυξάνει την κατανόησίν του της Αγίας Γραφής και των δογμάτων του. Δια τον ίδιον λόγον είναι αφελείς οι Νεο-Ορθόδοξοι που ακολουθούν τους τοιούτους του Βατικανού.
37) Η εν λόγω Κυριακή προσευχή στο Ιωάννου 17 δεν είναι δια την ένωσιν των μελών του Σώματος του Χριστού με Παπικούς και Διαματυρομένους που δεν έχουν την παραμικράν ιδέαν δια την προειρημένην θεραπείαν που οδηγεί στην θέωσιν. Φυσικά η προσευχή αυτή προϋποθέτει την είσοδον εις την οδόν προς την θέωσιν, αλλά δεν είναι δια την ένωσιν της Εκκλησίας πραγματικών ιατρών με εκκλησίας κομπογιαννιτών. Το ότι το Ιωάννου 17 ημπορεί να εφαρμοσθή σέ εκκλησίες χωρίς την θεραπείαν της θεώσεως είναι «πολύ ενδιαφέρον,» ίνα μη είπωμεν περισσότερα.
38) Εις την εν λόγω συμφωνίαν το Βατικανόν εκμεταλλεύεται τους αφελείς «Ορθοδόξους,» που από καιρό επιμένουν ότι είναι μία «αδελφή Εκκλησία» της Βατικανίου «αδελφής εκκλησίας,» ωσάν να ήτο δυνατόν η θέωσις να έχη αδελφήν διαφορετικήν από τον εαυτόν της. Τούτο είναι πράγματι παράδοξον αφού οι ακολουθούντες τον Αυγουστίνον Φραγκο-Λατίνοι, και οι εξ αυτών γεννηθέντες Διαμαρτυρόμενοι, ουδέποτε επίστεψαν ότι ο δοξασμός, δηλαδή η θέωσις, εις την ζωήν αυτήν αποτελεί το θεμέλιον των εντός του Σώματος του Χριστού μυστηρίων και επομένως το ουκ άνευ της αποστολικής διαδοχής και παραδόσεως. Ακόμη και σήμερον το Βατικανό και οι Διαμαρτυρόμενοι μεταφράζουν το «είτε δοξάζεται μέλος...» του Αποστόλου Παύλου (Α΄ Κορ. 12:26) με το «είτε τιμάται μέλος...» παρ’ ότι η Vulgata των Λατινοφώνων Ρωμαίων Πατέρων το αποδίδει με το «sive gloriatur unum membrum...»
39) Πολύ σπουδαιότερον από το θέμα περί εγκυρότητος των μυστηρίων, είναι το ποίοι και πώς μετέχουν σ’ αυτά. Ο Θεός προώρισε όλους τους ανθρώπους δια την δόξαν Του. Αλλά πάντες ήμαρτον και υστερούνται της Δόξης Του. Πάντως η θέα της δόξης του Θεού είναι ζωή αιώνιος δι’ αυτούς που είναι καταλλήλως θεραπευμένοι, δηλαδή φωτισμένοι και δοξασμένοι. Αλλά αυτή η ίδια άκτιστος και φυσική δόξα του Θεού είναι επίσης το αιώνιον πύρ και το σκότος το εξώτερον της κολάσεως δια εκείνους που αρνούνται την θεραπείαν του φωτισμού της καρδίας και της θεώσεως. Ο Θεός είναι αγάπη και αγαπά εξίσου τον δοξασμένον και τον κολασμένον. Ο Θεός σώζει τους πάντες, α) τους μεν μέσω της καθάρσεως, του φωτισμού και της θεώσεως, η πρόοδος της οποίας αυξάνει από δόξαν εις δόξαν χωρίς τέλος, β) τους δε μέσω της κολάσεως όπου παραμένουν αιωνίως κεκλεισμένοι μέσα στην ιδιοτέλιάν τους ευδαιμονούντες ωσάν τον καθαράς ενεργείας (actus purus) Θεόν των Φραγκο-Λατίνων. Με άλλα λόγια ο παράδεισος της Νεο-Πλατωνικής ευδαιμονίας του Αυγουστίνου και των Φραγκο-Λατίνων είναι αυτή αύτη η κόλασις δια τους Ορθοδόξους. Τουναντίον τα πνευματικά τέκνα του Αυγουστίνου, δηλαδή το Βατικανόν, οι περισσότεροι Διαμαρτυρόμενοι, αλλά και αρκετοί Ορθόδοξοι, οι οποίοι πάντες ούτε γνωρίζουν τον παράδεισον των Ορθοδόξων και ούτε τον επιδιώκουν. Όσον σπουδαίον είναι το έγκυρον των μυστηρίων είναι και η θεραπεία του κοινωνούντος μέσω του φωτισμού και της θεώσεως εις την ζωήν αυτήν. Εγκυρότης των μυστηρίων και η εν λόγω θεραπεία είναι η κεντρική πραγματικότης του Σώματος του Χριστού και της μεθέξεως εις Αυτό. Αυτό ισχύει δια τους μη Ορθοδόξους και τους Ορθοδόξους εξ ίσου. Ο Θεός «εστίν σωτήρ πάντων ανθρώπων, μάλιστα πιστών (Α΄ Τιμ. 4:10).»
40) Θα ημπορούσαν οι Ορθόδοξοι κανονικά και καθηκόντως να ήθελαν και να ήλπιζαν από αγάπη τα μυστήρια των ετεροδόξων να ήταν πράγματι έγκυρα και αποτελεσματικά και να αφήσουν το θέμα στα χέρια του Θεού. Αλλά το να αποφανθούν ότι τα μυστήρια των Λατίνων είναι έγκυρα όταν δεν δέχονται τον δοξασμόν εις την ζωήν αυτήν ως τον κεντρικόν πυρήνα της αποστολικής παραδόσεως και διαδοχής και όταν πιστεύουν τουναντίον ότι η ευδαιμονία είναι ο τελικός προορισμός του καθενός, είναι πράγματι παράδοξον. Δεν χρειάζεται κανείς έγκυρα μυστήρια δια να γίνη αιωνίως ευδαίμων εις την κόλασιν.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ



